Ζητήματα για την Φύση των Δημοψηφισμάτων και της Δημοκρατίας


Οι_Έλληνες_δεν_Εμπιστεύονται_τους_Θεσμούς

Ζητήματα για την Φύση των Δημοψηφισμάτων και της Δημοκρατίας

__ Το [δημοτικό/περιφερειακό] δημοψήφισμα μας δίνεται έτοιμο, από το υπάρχον πολιτικό σύστημα, χωρίς να το έχουμε διεκδικήσει ευθέως και χωρίς να έχουμε πληρώσει το κόστος της διεκδίκησης της πολιτικής ελευθερίας μας και αυτό ενέχει τον κίνδυνο κακής χρήσης και υπονόμευσης του θεσμού, λόγω της πολιτικής μας ανωριμότητας.
__ Αυτός ο κίνδυνος πάντα θα υπάρχει· πρόκειται για ένα κίνδυνο εγγενή στην ελευθερία!

__ Δεν έχουμε, ακόμα, την παιδεία για να αποφασίζουμε για όλα τα θέματα.
__ “Κατά τον Αριστοτέλη «τις αρετές τις αποκτούμε, αφού πρώτα τις εφαρμόσουμε στην πράξη – όπως ακριβώς και στις άλλες τέχνες· τα πράγματα δηλαδή που πρέπει να τα μάθουμε για να τα εξασκούμε, τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα […]».”
__ Μέτρο αξιολόγησης του θεσμού των δημοψηφισμάτων θα πρέπει να είναι η σύγκριση της ποιότητας των λαμβανομένων αποφάσεων με τις αποφάσεις που λαμβάνονται από το υπάρχον σύστημα.
__ Οι πολίτες πρέπει να μπορούν ν’ αποφασίζουν για ό,τι ακριβώς μπορεί ν’ αποφασίζει και το δημοτικό ή περιφερειακό συμβούλιο.

__ Η κοινωνία είναι η μόνη που είναι δίκαιο (κατά τον Αριστοτέλη και χωρίς σοβαρό αντίλογο) να αποφασίζει την κατεύθυνσή της, μόνη της. Δε χρωστάει τίποτε σε επαΐοντες πάσης φύσεως και θα τους βάλει στη θέση τους. Η κοινωνία επιφυλάσσεται να απαντήσει στους αυτόκλητους σωτήρες της –σε όλους. Δεν υπάρχει τρόπος, ως τώρα, να αλλάξεις την αίσθηση του τι είναι δίκαιο…
__ Προϊόντος του χρόνου, μπορείς να αλλάξεις τον αξιακό κώδικα μιας κοινωνίας (δηλαδή, κάτι που θεωρούσαν δίκαιο πριν 100 χρόνια πιθανόν σήμερα να μη το θεωρούμε), όμως όντως, δεν μπορείς σε ορισμένο χρονικό σημείο να αλλάξεις την συνείδηση του δίκαιου. Ίσως η κοινωνία, λοιπόν, δεν θα πρέπει να επιφυλάσσεται μακροχρόνια, για να απαντήσει στους αυτόκλητους σωτήρες της, αλλά να εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες που τις δίνονται, είτε αυτές είναι αποτέλεσμα διεκδίκησης, είτε «συγκυριών».



Συνέχεια

Τι είναι Χρήμα


Ψηφιακό Χρήμα

 

Στην πραγματικότητα, το τι είναι χρήμα δεν είναι απλό ζήτημα. Κι αυτό ακριβώς επειδή πρόκειται για μια ανθρώπινη εφεύρεση, μια ιδέα, στην οποία τείνουν να δίνουν περιεχόμενο άνθρωποι και, συχνά, αυτοί που κατέχουν πλούτο –πιστεύω επειδή έχουν το χρόνο και ασχολούνται και επειδή στηρίζουν το περιεχόμενο που της δίνουν, με την ενασχόλησή τους με τον πλούτο. Σε διαφορετικές εποχές, αυτό γίνεται με διαφορετικούς τρόπους, αφού το χρήμα αλλάζει (άλλοτε πίστωση μετρημένη σε σιτάρι, άλλοτε ασήμι, άλλοτε χρυσός, άλλοτε χρήμα με διάταγμα/fiat money κλπ). Κάποια στιγμή θα γράψω για το τι είναι, ειδικά σήμερα, χρήμα. Εδώ, θα ασχοληθώ με το τι είναι χρήμα σε όλες τις εποχές· την έννοια του χρήματος.

Συνέχεια

Η Ολιγαρχία των Δειλών


Short link: https://wp.me/p1AUd3-8E

Γιατί η «Απλή» Αναλογική δεν είναι τόσο… απλή

Κατ’ αρχήν, να ξεμπερδέψουμε τα προφανή, κάποια αυτονόητα και κάποια ιστορικά στοιχεία:

Όταν 300 κυβερνάν σε 10+ εκατομμύρια, αυτό λέγεται __________.
Όταν κάθε μερικά χρόνια επιλέγονται, με εκλογές, οι 300 από τα 10+ εκατομμύρια, αυτό λέγεται εκλόγιμη ολιγαρχία.

Ανεξάρτητα από τις πλάνες που διαδίδουν οι κυβερνώντες, τα ΜΜΕ, όσοι άλλοι επιζητούν οφέλη από τους κυβερνώντες, ή πλανώνται από αυτούς και όλοι οι κυβερνητικά οργανωμένοι θεσμοί, με προεξάρχον τέτοιο το σχολείο (όλοι μαζί «το σύστημα»), από τις εκδοχές του κοινοβουλευτισμού ελάχιστες είναι δημοκρατικές.

Για να είναι, δε, δημοκρατία το πολίτευμα, ο προεξάρχον όλων των θεσμών πρέπει να είναι ο δήμος των πολιτών, ο οποίος πρέπει να είναι ο μόνος αρμόδιος για την ατζέντα των αποφάσεων και για την καθολική ψηφοφορία επ’ αυτών, εντός του.

Εκ του ότι ο δήμος των πολιτών είναι ο προεξάρχον θεσμός στη δημοκρατία, δηλαδή όλοι οι άλλοι θεσμοί είναι κυριολεκτικά κατώτεροι, θα πρέπει να είναι προφανές ότι δεν υπάρχει περίπτωση μια δημοκρατία να χαρακτηριστεί ποτέ κοινοβουλευτισμός! Η εφεύρεση του όρου «Κοινοβουλευτική Δημοκρατία» αποτελεί οξύμωρο και λαϊκισμό των δημιουργών του σημερινού συντάγματος (και ομοίως θα ήταν το «Προεδρική», που δεν έχουμε).
Και για να μην νομίζει κανείς ότι παίζουμε με τις λέξεις, επί της αρχής, στη δημοκρατία δεν μπορεί η βουλή να αποφασίζει την ατζέντα των ζητημάτων συζήτησης ή/και λήψης αποφάσεων από το δήμο των πολιτών! Μπορεί, ίσως, να εισηγείται κάποια και να γνωμοδοτεί για άλλα…
Στη δημοκρατία, η βουλή αποτελεί δευτερεύον, βοηθητικό θεσμό. Κατά ποιο τρόπο, αποφασίζει ο δήμος των πολιτών.

Και για να ξέρουμε που βρίσκεται η δυσκολία της δημοκρατίας, ο δήμος των πολιτών πρέπει να έχει μία ταυτότητα. Όσοι ανήκουν σε αυτόν, πρέπει να αυτοκαθοριστούν ως τέτοιοι. Πρέπει να μπορούν να πουν «Εμείς είμαστε ο δήμος των πολιτών» (και «εσείς δεν ανήκετε στο δήμο αυτό»).
Μετά από αυτό, μπορούν να ασχοληθούν με την αυτο-νομία.
Στην ιστορία, αυτή η ταυτότητα καθορίζεται από τον τόπο όπου μένουμε ή/και τον τόπο για τον οποίο είμαστε διατεθειμένοι, κυριολεκτικά, να πολεμήσουμε για την ανεξαρτησία του και τα συμφέροντά του ή/και από εθνικισμούς, με πιο σύνθετη γκάμα στοιχείων αυτοκαθορισμού.
Μπορούμε να αποφασίσουμε, λοιπόν, ποιοί είμαστε «Εμείς» και έως ποιού σημείου είμαστε διατεθειμένοι «οι Άλλοι» να είναι άλλοι;
Αυτό θα πρέπει να εξηγεί γιατί η δημοκρατία «περνά κρίση» (σαν να λέμε, «είναι δύσκολη»), σήμερα και πολλούς αιώνες τώρα…

Και τώρα, για το πώς στήνει τις πλάνες του το σημερινό σύστημα (βλ. ακριβή ποσοστά στη λεζάντα των γραφημάτων).

To 50% είναι εκτός Βουλής

Το εκλογικό σύστημα της Κοινοβουλευτικής «Δημοκρατίας» βγάζει εκτός κοινοβουλευτικής «εκπροσώπησης» όλους όσους:

  1. Δεν πάνε να ψηφίσουν (αποχή)
  2. Ψηφίσουν άκυρα
  3. Ψηφίσουν λευκό
  4. Ψηφίσουν κόμμα που λαμβάνει κάτω του 3% (βλ. «Εκτός Βουλής» στα γραφήματα)

Το ποσοστό αυτών που δεν «εκπροσωπούνται», στη βουλή που προέκυψε από τις εκλογές του Μαΐου του 2023, είναι λίγο πάνω από 50% των εγγεγραμμένων*, όπως φαίνεται στο αριστερό γράφημα. Πώς έγινε αυτό;

Στη βάση αυτού του αποτελέσματος βρίσκεται ο εκλογικός νόμος. Αυτός προβλέπει ότι οι παραπάνω τέσσερεις κατηγορίες ψήφων θα παραχωρηθούν αναλογικά με το ποσοστό τους, σε όσα κόμματα ψηφίστηκαν αφαιρώντας αυτές τις τέσσερεις κατηγορίες εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Αυτό γίνεται σε τρεις φάσεις.

Πρώτα, μπορούμε να πούμε, «αφαιρείται» η αποχή από τους εγγεγραμμένους και προκύπτει η συμμετοχή.

Σε αυτή την 1η φάση, το 100% των ψήφων που θα καθορίσουν έδρες στη βουλή γίνεται αυτή η συμμετοχή.

Δεύτερον, εξ αρχής αφαιρούνται τα άκυρα και τα λευκά από τη συμμετοχή και προκύπτουν τα «έγκυρα» (δες στο site του υπουργείου εσωτερικών ότι τα άκυρα, τα λευκά και τα «έγκυρα» αθροίζονται στη συμμετοχή).
Είναι προφανές ότι τα λευκά είναι έγκυρες ψήφοι και ο εκλογικός νόμος παίζει με τις λέξεις, για να μας δώσει ένα παραπλανητικό λευκό ψηφοδέλτιο, εκεί που ψηφίζουμε.
Αν δεν έκανε αυτό τον… ελιγμό ο εκλογικός νόμος, θα έπρεπε να εμφανιστούν κενές έδρες στη βουλή και θα μπορούσαμε να δηλώσουμε με αμεσότητα τη διαφωνία μας με το πολίτευμα της ολιγαρχίας!
Επιπλέον, χωρίς αυτό τον ελιγμό, η όλη κοροϊδία του στησίματος του εκλογικού νόμου, δε θα έκανε, πλέον, δυσνόητο το αποτέλεσμα για μας, αλλά αντίθετα, θα δυσκόλευε τρομερά τους υπολογισμούς των κομμάτων, για το πότε μπορούν να κάνουν κυβέρνηση –και τα παιχνίδια των… μαγείρων, με τον ορισμό της «Ενισχυμένης Αναλογικής» δε θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν εύκολα, τότε, στο στήσιμο του αποτελέσματος.

Σε αυτή τη 2η φάση, το 100% των ψήφων που θα καθορίσουν έδρες στη βουλή γίνεται αυτά τα «έγκυρα».

Τρίτον, αφού μετρηθούν τα ποσοστά επί των «έγκυρων», όσα κόμματα είναι κάτω του 3% (επί των «έγκυρων»), αφαιρούνται από τον προσδιορισμό των εδρών. Έτσι προκύπτει το –ακατονόμαστο από τον εκλογικό νόμο– άθροισμα των ψηφοφόρων που έχουν ψηφίσει κόμμα που λαμβάνει άνω του 3%.

Σε αυτή την 3η φάση, το 100% των ψήφων που θα καθορίσουν έδρες στη βουλή γίνεται αυτό το άθροισμα των ψηφοφόρων που έχουν ψηφίσει κόμμα που λαμβάνει άνω του 3%.

* Μάλιστα, από τις 28 Μαΐου, που πρωτογράφτηκε το άρθρο, μέχρι σήμερα 10 Ιουνίου, το ποσοστό αυτό… άλλαξε(!), από 50,15% τότε, σε 50,02% τώρα. Κατά κύριο λόγο επειδή, το υπουργείο εσωτερικών θεώρησε ότι τα νέα στοιχεία που έχει, κυρίως σε ό,τι αφορά τον αριθμό των εγγεγραμμένων, μπορούν να αλλάζουν, εκτός από τους εκλογικούς καταλόγους του και το αποτέλεσμα των εκλογών, εκ των υστέρων(!), πιθανότατα επειδή κυρίως επηρεάζουν –αν και αμυδρά– μόνο το αριστερό γράφημα, αυτό δηλαδή που δε μας είπαν.
Υπάρχουν και άλλοι αριθμοί που έχουν αλλάξει, πέρα από την αφαίρεση ~27.000 από τους εγγεγραμμένους και την αποχή και τη «μετακίνηση» 170 από τα Άκυρα στα Λευκά (συν καμιά 20αριά λευκά που δεν τα είχαν βρει πριν): σχεδόν όλα τα κόμματα έχουν θετικές ή αρνητικές αλλαγές από 1 έως 125 ψήφους, όπου συνολικά τα εντός βουλής παίρνουν 134 λιγότερες ψήφους και τα εκτός βουλής 150 περισσότερες….
Δεν θα ενημερώσω το υπόλοιπο άρθρο ή τα γραφήματα, για τις αλλαγές αυτές, καθώς κατά τη γνώμη μου, τα αποτελέσματα των εκλογών δεν μπορούν να έχουν αλλάξει μετά τις 28 Μαΐου (μία εβδομάδα μετά τις εκλογές), στο παραμικρό, αφού ήδη δίνονταν εντολές στα κόμματα να σχηματίσουν κυβέρνηση.

Ένα απλό παράδειγμα

Επειδή συνήθως, άκυρα+λευκά είναι κατά πολύ λιγότερα από την αποχή, θεωρώ εδώ ότι άκυρα+λευκά είναι μηδέν και η 2η φάση ενσωματώνεται στην 1η:

Παρατηρήστε ότι, στην 1η φάση, όλα τα κόμματα των «έγκυρων» μοιράζονται την αποχή, αναλογικά με τα νέα ποσοστά τους (αυτά επί των «έγκυρων»)*.
Π.χ., το κόμμα 1 έχει το 50% επί των «έγκυρων», δηλαδή, προσαρτά στο αρχικό ποσοστό του, το μισό από το «20%» της αποχής (40 + ½·20 = 50).
Ομοίως, το κόμμα 2 έχει το 25% επί των «έγκυρων», δηλαδή, προσαρτά στο αρχικό ποσοστό του, το ένα τέταρτο από το «20%» της αποχής (20 + ¼·20 = 25) –το άλλο ένα τέταρτο πάει στα εκτός βουλής κόμματα (και είναι αυτά, τα νέα τους ποσοστά που καθορίζουν ότι θα είναι, όντως, εκτός βουλής).
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην 3η φάση, όπου το αρχικό 40%+20%, των κομμάτων 1 και 2, γίνεται το 100% των εδρών: το κόμμα 1 προσαρτά στο αρχικό ποσοστό του τα ⅔ του «20%+20%» σε αποχή και εκτός βουλής κόμματα [40 + ⅔·(20+20) = 40 + 26,6 = 66,6] και το κόμμα 2 το ⅓ [20 + ⅓·(20+20) = 20 + 13,3 = 33,3].

* Γενικότερα, εάν αφαιρούμε ένα ποσοστό x% από μια ποσοστιαία σύσταση, για τα ποσοστά που μένουν η νέα τιμή είναι Υ' = Υ/(100%-x%), όπου Y το αρχικό ποσοστό. Αυτό, απλώς, σημαίνει ότι το «νέο 100%» είναι το 100%-x% και ισοδύναμα γράφεται Υ' = Υ + Υ'·x%, δηλαδή, διαμοιρασμός του x% αναλογικά με τα νέα ποσοστά Y’.
[Οι «δεξιοί» όροι Υ'·x% για όλα τα Υ’, αθροίζονται στο 100% του x%, γιατί
Σ(Υ') = Σ(Υ)/(100%-x%) και Σ(Υ) = 100%-x%, αφού αφαιρέσαμε το x% από την αρχική ποσοστιαία σύσταση.]

Πολιτική Σταθερότητα;

Ελπίζω πως όχι!

Ελπίζω πως όχι, γιατί πιστεύω πως η αποχή δεν αυξάνει τυχαία, μετά το 2011 και τις πλατείες.

Φανταστείτε, στο παραπάνω παράδειγμα, ότι όλη η αποχή πάει και ψηφίζει, επίτηδες, μικρά κόμματα, που θα μείνουν εκτός βουλής. Τότε, ξαφνικά, τα ποσοστά επί των «έγκυρων» είναι αναγκασμένα να δείξουν το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων που σχηματίζουν τη βουλή, να είναι 60%.

Σκεφτείτε το ίδιο σενάριο, στο αποτέλεσμα των ερχόμενων, δεύτερων εκλογών, όπου –έστω– λευκά, άκυρα και αποχή των εκλογών του Μαΐου, πείθονται και ψηφίζουν μικρά κόμματα, από όλα αυτά που δε μπήκαν στη βουλή (κατά προτίμηση, τα δημοκρατικά από αυτά*). Και το κάνουν αυτό ομοιόμορφα τυχαία**, ώστε να μη μπουν στη βουλή και πάλι!
Τότε, τα κόμματα που θα μπουν στη βουλή –τέσσερα-πέντε είναι, όλα κι όλα–, θα βγάζουν άθροισμα ποσοστών επί των «έγκυρων» 50%.
Και το άλλο 50% των ψήφων θα είναι «έγκυροι», αλλά σε «εκτός βουλής» κόμματα….
(Κοιτάξτε τα γραφήματα στην κορυφή και σκεφτείτε όλο το γκρι, στο αριστερό διάγραμμα, να μετατοπιστεί στο αχνοκίτρινο και, κατά συνέπεια, να εμφανιστεί και στο δεξιό διάγραμμα, τα ποσοστά δε των κομμάτων που μπαίνουν στη βουλή να είναι ~24%, ~12%, ~7% και ~4%….)

* Τα κόμματα που δεν μπήκαν στη βουλή είναι 31 στο σύνολο και υπερ-επαρκούν για να χωρέσουν το 39% της αποχής, σε κομμάτια μικρότερα του 3%. Αν μπει και κανένα από αυτά στη βουλή, δεν αλλάζει κάτι. Άλλωστε, υπάρχουν τα αποτελέσματα των πρώτων εκλογών, που θα δείχνουν ξεκάθαρα γιατί έχει γίνει αυτή η ξαφνική μετατόπιση της αποχής!
** Ομοιόμορφα τυχαία σημαίνει: διαχωρίζουμε τα ψηφοδέλτια των μικρών κομμάτων που θέλουμε, τα γυρνάμε ανάποδα και επιλέγουμε ένα στην τύχη!

Μετά από ένα τέτοιο αποτέλεσμα, αυτό το 50% «Εκτός Βουλής» θα αποκτήσει μια ιδιότυπη, προσωρινή ταυτότητα, που θα του επιτρέπει να διεκδικεί στους δρόμους, ότι η κυβέρνηση, με ευκαιρία όποιους απαράδεκτους νόμους της και, κυρίως, αυτό το πολίτευμα του ολιγαρχικού λαϊκισμού δεν εκπροσωπεί την πλειοψηφία!

Χωρίς αμφιβολία, όσα γράφω εδώ αφορούν αυτούς που θα προτιμούσαν να αποφύγουν τη διακυβέρνηση από οποιοδήποτε συνδυασμό των τεσσάρων κομμάτων που μπήκαν στη βουλή και, ίσως (ανάλογα με το ποσοστό της αποχής που θα συμμετείχε σε μια τέτοια κίνηση), έχουν καταλήξει ότι επιθυμούν αλλαγή πολιτικού συστήματος. Σίγουρα, δεν αφορούν όσους απέχουν από αδιαφορία, ή επειδή δεν ξέρουν ακόμα τι να ψηφίσουν.

Αν κάποιος απέχει από τις εκλογές, αλλά θεωρεί τον εαυτό του πολιτικοποιημένο, πιστεύω ότι πρέπει να πιέσει, όπως μπορεί, προς την κατεύθυνση της αλλαγής πολιτεύματος!

Λέω εγώ, τώρα… Τα έχω ξαναπεί, τότε.

Η Ολιγαρχία των δειλών;

Αρχικά, είχα σκοπό να γράψω και για τα ΜΜΕ, τους μεγαλο-δημοσιογράφους και όλους τους άλλους καιροσκόπους των δημοσκοπήσεων και των exit poll, που αποτελούν κομμάτι του συστήματος και μάλιστα αυτό το κομμάτι που εκούσια, συνειδητά και επαγγελματικά λαϊκίζει και δημαγωγεί και κρύβει το 50% της μη «εκπροσώπησης». Νομίζω ότι θα μακρηγορούσα, με μικρό κέρδος και πολλές απώλειες αναγνωστών.

Η αύξηση στα μικρά, εκτός βουλής κόμματα, κατά 5% επί των εγγεγραμμένων, από τις προηγούμενες εκλογές (439.003 ψήφοι, δηλαδή 4,40% → 944.951 ψήφοι, δηλαδή 9,50%), ενδεχομένως, δείχνει ότι κάποιοι έχουν καταλάβει ήδη αυτά που λέω εδώ.

Ένα μόνο θα πω ακόμα: πρέπει, σιγά-σιγά, να αποφασίσουμε, κατά τη γνώμη μου, ποιοι είναι οι δειλοί, σε αυτή τη χώρα. Πρόκειται για ολιγαρχία των δειλών και των ψευτών, των λαϊκιστών και των δημαγωγών, ή πρόκειται, απλά, για ολιγαρχία επί των δειλών και των apolitique, ολιγαρχία επί των πολιτικά αδιάφορων;

Αν δεν κάνω λάθος, όλοι –εκτός, ίσως, από τους έχοντες– πληρώνουμε φόρους και ζούμε με το ίδιο σύστημα υγείας και παιδείας· υφιστάμεθα τους ίδιους νόμους κι έχουμε –και, ενίοτε, στερούμαστε– τα ίδια δικαιώματα.

Προσωπικά, η λέξη «πολίτης» βρίσκω να έχει ουσιαστικό νόημα μόνο στη δημοκρατία. Και ο νεολογισμός «πολίτης του κόσμου», μάλλον, θα αφορά έναν κόσμο που, κάπως, θα έχει δημοκρατία! Μερικά χαρισμένα δικαιώματα, κατά περίσταση ανακαλούμενα από την ολιγαρχία και η, κατά καιρούς, επίκληση της αντιδημοκρατικής σύλληψης του κρατικού μονοπωλίου στη βία, δε νομίζω ότι αρκούν για να μας λένε πολίτες, οποιουδήποτε κομματιού του κόσμου…

Οι περισσότερες Κεντρικές Τράπεζες δεν είναι Δημοκρατικές


Οι ιδιωτικές τράπεζες, οι δημιουργοί του μεγαλύτερου μέρους του χρήματος, αποδείχτηκαν ανίκανες να αποφύγουν τη χρεοκοπία, χωρίς τη βοήθεια των κυβερνήσεων, κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση· εξαιρετικά ανίκανες. Και δεν είναι καθόλου η πρώτη φορά στα παγκόσμια χρονικά, επίσης. Σχετικά με την εναλλακτική της δημιουργίας χρήματος από κυβερνήσεις, μια καλή ενημέρωση για τις κάποιες επιτυχίες της μπορεί να βρεθεί εδώ. Ούτε το δημόσιο, ούτε ο ιδιωτικός τομέας μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς προκατάληψη και ανεξάρτητα πρόσκαιρων συμφερόντων, γύρω από τη δημιουργία χρήματος και, για αυτούς τους λόγους, έχουν αποτύχει επανειλημμένως και οι δύο, στη διάρκεια της ιστορίας, να προστατέψουν αυτό που λέγεται χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Συνέχεια

Η Αδυναμία της Δημοκρατίας Μπροστά στο Παγκόσμιο Οικονομικό Πρόβλημα και η Ανισότητα στη Μόρφωση


robbery.jpg

(5 Απριλίου 2014)

Βιώνουμε εκείνη την ιστορική συγκυρία στην οποία η κοινωνία δεν αντιλαμβάνεται πια την παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα (η οποία κάνει πλέον πολύ έντονη και επιτακτική την παρουσία της, μέσα από την επιβολή της οικονομίας), στην οποία καλούμαστε να αντιδράσουμε. Ακόμα κι αν είχαμε την πραγματική δημοκρατία στα χέρια μας, θα πέφταμε σε σειρά λαθών μέχρι να αντιληφθούμε (αν ποτέ το πετυχαίναμε) πως το μεγάλο πρόβλημα έρχεται από έξω!!!

Θα λέγαμε, ίσως, ότι βασικό στοιχείο της Δημοκρατίας είναι η εμπιστοσύνη σε αυτούς που «δεν αντιλαμβάνονται». Αυτούς που δεν αντιλαμβάνονται, παρά επιφανειακά, τι αντιμετωπίζουν και δεν καταλαβαίνουν πως θα μπορούσαν να αντιδράσουν. Αυτοί πληρώνουν το τίμημα των αποφάσεων, αυτοί πρέπει και να τις παίρνουν.

Δυστυχώς, όμως, αν ρωτήσετε αυτούς που «δεν καταλαβαίνουν» –αυτούς που αναρωτιούνται τι να ψηφίσουν, αλλά δεν έχουν να προτείνουν κάτι άλλο από αυτό που προτείνουν τα κόμματα–, θα σας πουν ότι δεν μπορούν να καταλάβουν και κατά συνέπεια δεν έχουν, στην πλειοψηφία τους, κανένα σκοπό να προσπαθήσουν να καταλάβουν. Έτσι φτάνουμε στην ανάγκη για ηγέτες. Δεν πρόκειται για μια ιδιώτευση, όπως συχνά κατηγορείται, αλλά για μια αδυναμία της μεγάλης μάζας του πληθυσμού να παρακολουθήσει και να συμμετέχει στη συζήτηση πολύπλοκων πραγμάτων, όπως η οικονομία, για τα οποία καλείται να αποφασίσει. Και η απάντηση είναι: Θα ακολουθήσω κάποιο κόμμα! Ό,τι λέει το κόμμα!

Η πολιτική αδυναμία της κοινωνίας (π.χ. να αποφασίσει τι να ψηφίσει), δυστυχώς, δεν οφείλεται πραγματικά στο πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό, ή στην εκτενή διαφθορά του. Απλά, η κοινωνία δεν τολμά να παραδεχτεί τη σκληρότητα των επιλογών που κάνει η ίδια. Είναι μια εσωτερική πάλη, στην οποία οι λογικές απαντήσεις είναι πολύ δύσκολες για τους περισσότερους και μάλιστα αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει κι ούτε ενδιαφέρει να αλλάξει.

Δεν μας ενδιαφέρει να προσπαθήσουμε για ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που δεν ενισχύει την ανισότητα και δεν εξαναγκάζει τον ανταγωνισμό. Αυτά είναι παγκόσμια ζητήματα. Πρέπει, απλά, να γίνει κάτι για μας, τώρα, εδώ. Δε θέλουμε να αγωνιστούμε απέναντι σε αυτόν τον ασαφή και αφηρημένο μηχανισμό του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Θέλουμε να έρθει ένας ηγέτης ή μια «δημοκρατία», που να υποστηρίξει το δικό μας δίκιο πάνω από το δίκιο των άλλων, μέσα στην ίδια μας τη χώρα.

Δυστυχώς, δε λύνεται έτσι το πρόβλημα. Δεν μπορεί ούτε η δημοκρατία να αποφασίσει μεταξύ της μη προόδου και της οικονομικά εξαναγκασμένης οπισθοδρόμησης της χώρας (από τη μια) και της εσωτερικής φτωχοποίησης ώστε να αναδειχθούν λίγες επαρκώς ανταγωνιστικές εταιρίες για να μπορεί μια μειοψηφία (σημαντικού όμως ποσοστού) να παρακολουθήσει τη διεθνή «πρόοδο» (από την άλλη).

Αυτή η «εμπιστοσύνη σε αυτούς που δεν αντιλαμβάνονται» δε μπορεί να βελτιώσει τις ζωές της πλειοψηφίας με λογικό τίμημα. Δεν μπορούμε να αποφασίσουμε δημοκρατικά σε μια μικρή χώρα, για ένα ζήτημα παγκόσμιο. Δε μας σώζει από την απόφαση μέσα-ή-έξω-από-το-ευρώ η αντικατάσταση της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ με τον Κώστα, τη Ζωή, το Γιάννη, την Άννα, το Σταμάτη, τη Φωφώ, τον Πέτρο, την Πόπη, ούτε και το τέλος της διαφθοράς (ακόμα κι αν το πετυχαίναμε).

Επειδή είναι πολύ εύκολο να με παρεξηγήσετε, θα πρέπει να το διευκρινίσω. Δεν αντιτίθεμαι στο πρόταγμα της άμεσης δημοκρατίας. Όμως, παρά την εμπιστοσύνη που έχω στην κοινωνική νοημοσύνη και τα κοινωνικά δίκτυα ως φορέα της, εφιστώ την προσοχή στο ότι η δημοκρατία από μόνη της, αν και η καλύτερή μας επιλογή, δεν είναι σε θέση να λύσει αυτό το πρόβλημα, χωρίς συστηματική και πολύπλευρη συνδρομή ειδικών, ώστε να γίνουν αντιληπτές οι εναλλακτικές και οι πιθανές τους επιπτώσεις.

Ακόμα και έτσι, αν ληφθεί υπόψιν η παγκόσμια κατάσταση της συζήτησης για την οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ακόμα και οι πιο ειδικοί (πχ νομπελίστες) τείνουν να συσσωρεύονται κυρίως πίσω από πολιτικές απόψεις, ιδεολογίες και γενικώς να είναι προκατειλημμένοι στην ερμηνεία της επιστήμης, ώστε να μη μένουν αντικειμενικοί στο τι είναι γνώση και τι γνώμη επί του επιστημονικού τους αντικειμένου.

Αν μάλιστα λάβουμε υπόψιν τη γενικότερη απαίτηση εξειδίκευσης, που διαρκώς θα αυξάνεται εντός του υπάρχοντος ανταγωνιστικού και παγκοσμιοποιημένου οικονομικού συστήματος, η δύναμη της δημοκρατίας να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις θα βαίνει φθίνουσα, ακόμα κι αν επιτευχθεί άμεση δημοκρατία σε παγκόσμιο επίπεδο.

Κατά τη γνώμη μου, ο οικονομικός φιλελευθερισμός, ως επιλογή, απλά αναδεικνύει τον καταστροφικό κίνδυνο της ανισότητας ως προς τη μόρφωση, η οποία μάλιστα έχει δύο εκφάνσεις: μια εντός του ατόμου (που την αποκαλούμε εξειδίκευση) και μία ανάμεσα στα μέλη της παγκόσμιας κοινωνίας, αλλά και τις οργανώσεις, τις εταιρίες και τις κυβερνήσεις ως συλλογικούς φορείς γνώσης. Χωρίς, ισόρροπη μόρφωση, η δημοκρατία είναι πολυτέλεια και αν επιτυγχάναμε την ισόρροπη μόρφωση, η δημοκρατία θα ήταν, σχεδόν, αναπόφευκτο επακόλουθο! Είναι η αύξηση της ανισορροπίας στη μόρφωσης που οδηγεί στην υποβάθμιση της πολιτικής ζωής των ανεπτυγμένων κοινωνιών και δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί ή να αλλάξει καθόλου εύκολα. Η Wall Street, η FED και η ECB, μαζί με ένα σμήνος πολυεθνικές, έχουν συγκεντρώσει πολύ εξειδικευμένη και ανισόρροπη γνώση, και έχουν οργανώσει με σημαντικά αντιδημοκρατική δομή το χρήμα και την οικονομία. Ο νέος μεσαίωνας θα επιμείνει.

 

Σύντομος Σύνδεσμος (Short Link): http://wp.me/p1AUd3-7K

Ας Μιλήσουμε για Δημοκρατικό Χρήμα


prison

Το θέμα του χρήματος είναι πολύπλοκο. Χρειάζεται πολύπλευρη ενημέρωση και η απόφαση χρειάζεται εφευρετικότητα και συμβιβαστική διάθεση.

Στο παρακάτω κείμενο, χρησιμοποιώ τους όρους «έκδοση χρήματος με διάταγμα,» από τα «fiat money» και «fiat currency,» για να αναφερθώ σε αυτό που ονομάζεται ανεξάρτητο ή κυρίαρχο χρήμα, από το «sovereign money» (κάποιοι, εσφαλμένα κατά τη γνώμη μου, το έχουν αναφέρει και ως πλήρες χρήμα). Ο ακριβής όρος είναι ο δεύτερος, καθώς η έκδοση με διάταγμα είναι προϋπόθεση μεν, που δεν επαρκεί, όμως δε, για ανεξάρτητο χρήμα. Κατά συνέπεια, δεν συζητώ περί χρυσού/ασημιού, ως βάση του χρήματος, γιατί αυτό δεν μπορεί ποτέ να είναι fiat money και μεγιστοποιεί την εξάρτηση από την παγκόσμια οικονομία.

Η βάση της ιδέας του ανεξάρτητου χρήματος είναι να μπορούμε να αποδώσουμε αξία στην παραγωγή και τη δραστηριότητα μιας χώρας, ανεξάρτητα από το πως αυτά μετρούνται από άλλες χώρες, πράγμα που δίνει στην πολιτική της χώρας τη δυνατότητα να είναι ο τελικός, πληρεξούσιος διαχειριστής αυτής της αξίας! Στο κείμενο χρησιμοποιώ τον πρώτο όρο, αντί για το δεύτερο, γιατί φαίνεται να μεταδίδει το νόημα πιο εύκολα, καθώς συνηθίζουμε να φανταζόμαστε ότι ένα «κρατικό διάταγμα» θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον και πως αυτό το τελευταίο είναι καλά ορισμένο.

 


 

Δεν είναι απλό το να πεις ότι όλο το χρήμα το εκδίδει το κράτος, με διάταγμα (fiat) και είναι μη εξαργυρώσιμο (1 δραχμή εξαγοράζει αγαθά αξίας 1 δραχμής, ή αντικαθίσταται μόνο από 1 άλλη δραχμή), ώστε να αποφύγεις το χρήμα να αντιστοιχεί σε χρέος. Ο πυρήνας του προβλήματος βρίσκεται στο ότι η χώρα θα πρέπει να εμπορεύεται με άλλες χώρες σε αυτές τις δραχμές. Μια δραχμή, η αξία της οποίας είναι μόνο στα χέρια ενός κοινοβουλίου και ενός δήμου, για τη σταθερότητα της τιμής της, δεν μπορεί να επιτύχει τη σταθερότητα που έχουμε συνηθίσει σήμερα. Το Bitcoin είναι μια ένδειξη, ότι ούτε «οι αγορές» από μόνες τους είναι ικανές για αυτό.

Γενικότερα, όταν πρωτοστήνονταν η FED (Federal Reserve Bank — Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεματικών· η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ), υπήρχε αντίστοιχο πρόβλημα. Εκεί το θέμα (χοντρικά, μεταξύ άλλων) ήταν ότι δεν υπήρχε αρκετός χρυσός (που ήταν το παγκόσμιο χρήμα) για να στηρίξει επαρκή ρευστότητα, με επιπτώσεις στην επάρκεια των αποθεματικών, κατά τόπους στην ομοσπονδία [1]. Το λύσανε με το να εκδώσουν κρατικά ομόλογα, ώστε μακροπρόθεσμη αποταμίευση να χρησιμοποιεί αυτά ως «store of value». Αλλά έφεραν το εργαλείο των τραπεζών, το χρέος, στην πρώτη θέση εξυπηρέτησης αυτής της ανάγκης και δημιούργησαν στο δημόσιο την ανάγκη να στηρίζει την εξυπηρέτηση των χρεών, με νόμους και δικαστήρια. Αφόπλισαν, δηλαδή, την πολιτική σε αποφάσεις για την αποπληρωμή των χρεών. Βρέθηκαν, έτσι, να ακολουθούν την Αγγλική παράδοση επί του θέματος.

Αν είχαμε αυτάρκεια και οι χρήστες του νομίσματος δεν ενδιαφέρονταν για συναλλαγές με το εξωτερικό (ούτε για εξαγωγές), θα μπορούσαμε να στηριχτούμε στην εμπιστοσύνη σε ένα νόμισμα, του οποίου ο πυρήνας σταθερότητας θα ήταν οι αποφάσεις του δικού μας κοινοβουλίου και του δήμου των πολιτών. Άλλωστε, ό,τι αποφάσιζαν αυτά τα όργανα, θα ήταν για το συμφέρον της πλειοψηφίας (και, κατά το δυνατόν, του συνόλου).

Όμως, πέραν του ότι αυτοί με κεφάλαιο, από τους χρήστες του νομίσματος, δε θέλουν συνήθως εξάρτηση από κράτη και άρα θέλουν επενδύσεις σε νόμισμα που έχει την μέγιστη δυνατή σταθερότητα αγοραστικής αξίας και την ευνοϊκότερη δυνατή ισοτιμία με τα άλλα νομίσματα, πέρα από αυτό, υπάρχει γιγαντιαία αλληλεξάρτηση των οικονομιών και η τυχόν αστάθεια του νομίσματος (της δραχμής), λόγω σχετικών αποφάσεων μιας δημοκρατίας, δημιουργεί πολύ κακές εμπορικές συνθήκες. Αν οι εισαγωγές δεν έχουν σταθερότητα, η παραγωγή (και οι εξαγωγές) παραπαίουν. Η αστάθεια της οικονομίας γίνεται μεγάλη έτσι, σε σχέση με ό,τι έχουμε συνηθίσει, πάντα.

Κατά συνέπεια, επειδή μια δημοκρατία δε λειτουργεί σε μια κλειστή οικονομία, είναι πολύ περιορισμένα ανεξάρτητη, εκτός αν έχει αυτάρκεια. Και καμία χώρα δεν έχει πλήρη αυτάρκεια σήμερα. Η Αμερική, ίσως, είναι πιο κοντά στο να επιτύχει αυτάρκεια, αν χρειαστεί, σίγουρα, όμως, με μεγάλο κόστος και αυτή. Πρέπει, λοιπόν, να δούμε την αυτάρκεια σε ένα πλαίσιο συνεργασίας και εμπιστοσύνης με άλλους λαούς. Δεν είναι καθόλου απλό. Πρέπει να στηριχτεί σε αμοιβαίο συμφέρον και αμοιβαία ανάγκη, αν είναι δυνατό. Όχι απαραίτητα μόνο σε αυτά. Το σημερινό πρόβλημα της τεράστιας και αυξανόμενης ανισότητας, η εξάντληση διάφορων πόρων (ενέργεια, νερό), περιβαλλοντικά και άλλα τεράστια προβλήματα, μπορεί να μας κάνουν να θέλουμε και άλλου τύπου πράγματα, που αναφέρονται σε αξίες πέραν των υλικών αξιών. Αλλά, δεν είναι πολύ πιθανό ότι μπορούν όλα να γίνουν με ένα και μόνο νόμισμα….

Το μεγάλο ζήτημα με την ιδιωτική φύση του χρήματος, που πηγάζει από τον ορισμό του ως χρέος και την εξάρτηση των κρατών από εργαλεία χρέους, για να στηρίξει τη μακροπρόθεσμη αποταμίευση, ώστε να μείνει αρκετό χρήμα στην κυκλοφορία και να υπάρχει ρευστότητα, έχει διαφόρων ειδών λύσεις: συστημικές (scarcity: χρήμα=χρέος, αλλά θεσμικός περιορισμός-έλεγχος της ποσότητας και αντίστοιχα προβλήματα ρευστότητας) και καινοτόμες (διάφορες). Κατά τη γνώμη μου, χρειάζεται ένα σύνθετο νομισματικό εργαλείο, ή περισσότερα απλά, αλλά με σύνθετη σχέση, προσανατολισμένο(α) να παρέχει(ουν) ρυθμιστική σχέση ανάμεσα στα αντικρουόμενα συμφέροντα και χωρίς την έπαρση της ψευδαίσθησης δυνατότητας πλήρους επιβολής «δίκαιων» σχέσεων, όπως τις αντιλαμβάνεται (στην πλειοψηφία του) ο δήμος. Κυρίως γιατί υπάρχει αλληλεξάρτηση από άλλες οικονομίες, δεν υπάρχει αυτάρκεια, οι πιθανότητές της είναι δύσκολες, χρειάζονται χρόνο και δε θα είναι ποτέ σταθερές, αλλά και γιατί εσωτερικά δεν υπάρχει δημόσια κυριαρχία απέναντι στους χρήστες του νομίσματος, αλλά αυτοδιάθεση –π.χ., κάποιος φεύγει ή βγάζει τα λεφτά του από τη χώρα, όποτε θέλει– κι αυτό είναι επίσης δύσκολο και χρειάζεται ομοίως χρόνο και θα είναι ασταθές.

Μέρος της λύσης, μοιάζει να είναι η έρευνα-πρόταση του Adair Turner [2], που προωθεί μια “αλλοίωση” του ποσού του χρήματος που αντιστοιχεί σε χρέος, με ένα μέρος που θα έχει πίσω του μόνο αποθεματικά κεντρικής τράπεζας (fiat money), ώστε να είναι αδιαχώριστα, αλλά να δίνουν στο κράτος έναν κάποιο έλεγχο, ένα είδος φόρου επί νέων δανείων και να είναι, ταυτόχρονα, αδιαχώριστο από το χρήμα που αντιστοιχεί σε χρέος. Έτσι, το κράτος μπορεί να πάρει πίσω μέρος του seigniorage (κέρδος από τη δημιουργία χρήματος), αλλά κυρίως, να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην ανεξέλεγκτη ιδιωτική και πλουτοκρατική δημιουργία χρήματος και χρέους.

Μεγάλο μέρος του σύγχρονου προβλήματος με το χρήμα ως χρέος, βρίσκεται στην ύπαρξη τόκων (μεγαλύτερων του πληθωρισμού) και κέρδους από την ιδιωτική δημιουργία χρήματος. Οι ιδιωτικοί τόκοι δημιουργούν πρόβλημα, γιατί το χρέος έχει το ενδεχόμενο χρεοκοπίας, αλλά και γιατί επιβάλλουν (εξαναγκάζουν) διαρκή ανάπτυξη. Επίσης, γιατί τα κέρδη από τους τόκους δεν διατίθενται-ξοδεύονται στην πραγματική οικονομία (όχι οπωσδήποτε και, στην πράξη, υπάρχει προσπάθεια απόσπασής τους από αυτή), ώστε δεν μπορούν να τα κερδίσουν αυτοί που χρωστάνε (η επιστροφή του κεφαλαίου είναι αδύνατη, όχι των τόκων) και, έτσι, οδηγούνται σε αναγκαστική χρεοκοπία, ή επαναδανεισμό με χειρότερους όρους, χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτε. Δεν υπάρχει καν τρόπος να καταλαβαίνουν ότι αυτό είναι που τους συμβαίνει, ενώ τα κέρδη από τους τόκους εγκλωβίζονται σε “επενδύσεις” σε υπάρχουσες μετοχές, ακίνητα και χρηματοπιστωτικά προϊόντα, ή κεφάλαιο για ιδιωτικό δανεισμό με νέο τόκο (ή και φεύγουν στο εξωτερικό, σε φορολογικούς παραδείσους). Επιπλέον, η δυτική κουλτούρα έχει περάσει στο υποσυνείδητό μας τη δυνατότητα κάποιος να επιχειρήσει και να χρεοκοπήσει, ως κάτι καλό. Το αποτέλεσμα, όμως ενδεχομένως, το λούζεται όλη η κοινωνία (αν και, στην Ελλάδα, αυτό είναι μικρό μέρος του προβλήματος, ακριβώς γιατί δε μας ενδιαφέρει τόσο αυτό το «επιχειρείν»).

Εδώ πρέπει να καταλάβουμε ότι, αυτό που έχουμε ορίσει ως χρήμα είναι μια ιδέα. Στον πραγματικό κόσμο δεν υπάρχει αυτό το πράγμα που ταυτόχρονα έχει σταθερή αξία στο χρόνο και ανεξάρτητη από το αγαθό που ζητάμε ή παρέχουμε, ώστε να αναιρεί πλήρως την ανάγκη διπλής σύμπτωσης επιθυμιών (το να θέλουμε 1. την ίδια χρονική στιγμή και 2. να πουλήσουμε αυτό που ζητά και να αγοράσουμε αυτό που παρέχει ο άλλος). Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, για την ώρα. Μόνο όλο και καλύτερες προσεγγίσεις του. Μόνο με πλήρη αυτάρκεια και κεντρική απόφαση για τις τιμές (φασιστικά, θα λέγαν κάποιοι) μπορεί να γίνει «τέλεια». Δεν υπάρχει, ή δεν το έχουμε ανακαλύψει ακόμα.

Μέρος της λύσης στο ζήτημα του ιδιωτικού κέρδους (τόκων) από τη δημιουργία χρήματος (και χρέους), είναι σίγουρα η ύπαρξη δημόσιας τράπεζας. Πλήρης λύση, ίσως, ήταν να είναι μόνο δημόσιες οι τράπεζες, ώστε όλα τα κέρδη να πηγαίνουν στο δημόσιο και να μπορεί να ελέγχει πόσο θέλει να εξαναγκάζει την ανάπτυξη, αλλά και να στηρίζει αυτούς που βρίσκονται σε διαρκή αδυναμία πληρωμών των δανεικών τους. Αυτό, όμως, μπορεί να γίνει και με νόμους, επί των ιδιωτικών τραπεζών. Επίσης, ακόμα κι αν οι τράπεζες ήταν δημόσιες, αν πέφταν έξω σε πολλά δάνεια, τότε πάλι θα έπρεπε να τις διασώσουμε (εκτός αν περάσουμε σε σύστημα πλήρως “χρήμα ως διάταγμα” — fiat money). Ίσως, θα υπήρχαν συγκεκριμένοι φταίχτες, αλλά, αν ήταν έτσι, θα μπορούσαμε και στο σημερινό σύστημα να βρούμε τους φταίχτες, για τώρα ή για το μέλλον. Ο ουσιαστικός «φταίχτης» είναι ότι πάντα φτιάχνουμε χρήμα από το τίποτε και πάντα η αξία των πραγμάτων αλλάζει, με τρόπο που είναι μερικές φορές απρόσμενος. Σε κάθε περίπτωση, σε κάθε μια από τις λύσεις που λέω, το θέμα θα επανέρχεται στην αυτάρκεια και το συγκεντρωμένο κεφάλαιο σε χρήστες του νομίσματος.

Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι ότι η ακρίβεια και η σταθερότητα με την οποία λειτουργεί ήδη το χρήμα σήμερα, ως προς τον καθορισμό των τιμών, είναι σε σημαντικό βαθμό άχρηστη. Ακόμα και οικονομικά σχεδόν άχρηστη, αλλά και δημιουργεί πρόβλημα σε ανθρώπους που γειτονεύουν και δεν είναι αποξενωμένοι (που δεν είναι και πολύ η σημερινή κατάσταση, βέβαια). Σε κλειστούς κύκλους, αυτό που λειτουργεί είναι κάποιου είδους ανακριβής πίστωση: σε κερνάω-με κερνάς, σήμερα θέλω εγώ ζάχαρη-αύριο εσύ καφέ. Θα σου δώσω ένα τσιγάρο ζητώντας 17,5-20 λεπτά, μόνο αν δεν πρόκειται να σε ξαναδώ –πιο πιθανό, αν είμαστε και οι δύο απρόσωπες εταιρίες και κάνουμε μόνο περιστασιακές συναλλαγές (στις πάρα-πολλές ή συχνές συναλλαγές, πάλι, θα έχουμε άλλη ανοχή αν δεν καταφέρει κάποιος να πληρώσεις πλήρως, μία φορά).

Τα εργαλεία της οικονομίας, λοιπόν, πρέπει να προσαρμοστούν στις τοπικές κοινωνίες και στις σχέσεις των ανθρώπων, με κάποιο τρόπο. Εγώ συγκλίνω στην ανάγκη χρήσης περισσότερων του ενός νομισμάτων, σε ένα (ή σε κάθε) δήμο, νομό, περιφέρεια, ή κράτος, για εσωτερικούς σκοπούς, αλλά και για διαφορετικές εξωτερικές σχέσεις· προσθέστε, ίσως και για διαφορετικής φύσης δραστηριότητες, που δεν εμπεριέχονται στην υλική κλίμακα αξιών. Αφήνω το θέμα προς σκέψη, λοιπόν…

 

 

Σύντομος Σύνδεσμος (Short Link): http://wp.me/p1AUd3-7b

 

Αναφορές

[1] Ally Young, «The Book of Popular Science,« URL: https://www.gitbook.com/book/rshih/money/details

[2] Adair Turner, «Monetary Finance: Mechanics & Complications,» URL: https://www.ineteconomics.org/perspectives/blog/monetary-finance-mechanics-complications

Η δύναμη των δημοψηφισμάτων πρωτοβουλίας πολιτών


Ο Όρμπαν κάνει ξανά πίσω!

Μία ομάδα νεαρών επαγγελματιών και φοιτητών, έχοντας ως βάση ένα παλιό υπόγειο, κατάφεραν να μαζέψουν περισσότερες από 200.000 υπογραφές στην διάρκεια ενός μήνα. Οι υπογραφές αυτές δήλωναν την αντίθεση, όσων υπέγραφαν, στην υποψηφιότητα της Βουδαπέστης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024.

Η ομάδα ονομάζεται Momentum και απαίτηση των μελών της ήταν η διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος σχετικά με την υποψηφιότητα της πόλης τους. Θεωρούν ότι η χώρα δεν έχει τους απαραίτητους πόρους για να φιλοξενήσει ένα τόσο μεγάλο γεγονός.

Όμως, ο Πρωθυπουργός της χώρας, Βίκτορ Όρμπαν, τους πρόλαβε! Νιώθοντας την πιθανότητα μίας καθαρής ήττας στις κάλπες του δημοψηφίσματος απέσυρε την υποστήριξη του στην υποψηφιότητα της Βουδαπέστης.

Πηγή: Η δύναμη των δημοψηφισμάτων πρωτοβουλίας πολιτών

Αντιπροσώπευση χωρίς Διαρκή Δημοκρατικό Έλεγχο δεν γίνεται


Συχνά κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας –ή μας κοροϊδεύουν– κάνοντας κάποια λογικά άλματα, παρακάμπτοντας λίγη από τη λογική μας. Στα παρακάτω, καλό είναι να διαχωρίσουμε στο μυαλό μας την έννοια αντιπροσώπευση, από αυτό που έχουμε συνηθίσει να εννοούμε ως αντιπροσώπευση, στο πολίτευμα της χώρας μας. Συχνά, μιλούμε για αντιπροσώπευση με την ιδέα ενός «αντιπροσωπευτικού» νομοθετικού σώματος, ανώτερου κάθε άλλου νομοθετικού σώματος. Όπως θα δείξω παρακάτω ότι αυτό είναι αδύνατο, αν το ανώτατο «αντιπροσωπευτικό» νομοθετικό σώμα είναι σε συμφωνία με την έννοια αντιπροσώπευση.

Υπάρχει μία λογική προϋπόθεση, για να λέγεται ένα σώμα αντιπροσωπευτικό:

Η πλειοψηφία των εντολέων δεν μπορεί να καταπιέζεται από καμία από τις αποφάσεις των αντιπροσώπων, γιατί τότε… αυτοί δεν είναι αντιπρόσωποι!

Ακριβώς επειδή, αφ’ εαυτού ένα κοινοβουλευτικό σώμα δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτή την προϋπόθεση, η ίδια η έννοια της αντιπροσώπευσης είναι σε σύγκρουση με τον κοινοβουλευτισμό, όπως τον ζούμε σήμερα! Δεν είναι δυνατό να περιγραφεί επαρκώς ένα πολίτευμα ως αντιπροσώπευση, δεν γίνεται, δηλαδή, ένα σώμα αντιπροσώπων να έχει τελικό νομοθετικό ρόλο, γιατί τότε δεν γίνεται να εξασφαλιστεί ότι οι αντιπρόσωποι δεν θα παραβιάσουν το ρόλο τους. Αυτό δεν είναι ένα απλό ενδεχόμενο. Η ελάχιστη ειλικρίνεια θα μας κάνει να παραδεχτούμε ότι, είναι βέβαιο ότι, όποιο τέτοιο νομοθετικό σώμα, με τελεσίδικο νομοθετικό ρόλο, είναι καταδικασμένο να παραβιάσει αυτή την αρχή και, άρα, να μην είναι αντιπροσωπευτικό.

Είδη και Ποσότητα Χρήματος στη Ζώνη του Ευρώ: Η Ελληνική Συμβολή


Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) κατηγοριοποιεί το χρήμα [1], ή τα νομισματικά μεγέθη (monetary aggregates) όπως τα ονομάζει η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ), σε τρεις γενικές κατηγορίες. Τις ονομάζει στενό χρήμα (narrow money), «ενδιάμεσο» χρήμα («intermediate» money) και ευρύ χρήμα (broad money), ή M1, M2 και M3, αντίστοιχα. Συνέχεια

Η Καλύτερη Διέξοδος είναι το Σχέδιο «Προσωρινής» Εξόδου του Σόιμπλε


Η καλύτερη διέξοδος που βρίσκω είναι το σχέδιο «προσωρινής» εξόδου από το ευρώ, του Σόιμπλε. Προτείνω να δυσκολέψουμε την κυβέρνηση στην εφαρμογή του μνημονίου. Αλλά, δε χρειάζεται να το προτείνω –θα προκύψει. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι η εμμονή στο ευρώ από δεξιά και αριστερά μεγάλα κόμματα, μπορεί να οδηγήσει τον κόσμο σε ακραίες τοποθετήσεις στις εκλογές.

Προτείνω την έξοδο, γιατί δεν πιστεύω σε αυτή την Ευρώπη και ακόμη περισσότερο στο ευρώ, αν και θεωρώ ότι μπορεί να αλλάξουν λίγο, με τον καιρό. Θα πρέπει, όμως, να βρουν αντίσταση και όχι υποταγή. Θα πρέπει να βρουν απόρριψη, για να αλλάξουν.

Από καθαρά οικονομική σκοπιά, δεν έχουμε την παραγωγική ικανότητα να λειτουργήσουμε με τόσο ακριβό νόμισμα, όσο είναι το ευρώ. Το μόνο που καταφέρνουμε με το ευρώ είναι να διευκολύνουμε τις εισαγωγές και αυτό δημιουργεί διαρκή ανάγκη για δανεισμό. Το να μείνουμε στο ευρώ και να μειώσουμε το εισόδημά μας, ώστε να μην μπορούμε να αγοράζουμε τόσα πράγματα, με την ελπίδα ότι θα μειωθούν οι εισαγωγές, δε λειτουργεί, γιατί τα τοπικά παραγόμενα προϊόντα δεν έχουν πλεονέκτημα, καθώς παράγονται με κόστος σε ευρώ. Μόνο η προτίμηση των ελληνικών προϊόντων μπορεί να μας βοηθήσει, αλλά, όταν δεν υπάρχει αυθόρμητος λόγος (όπως η τιμή), διαρκώς ξεχνιέται αυτό (τα «μικρά» παιδιά είναι κακομαθημένα, θέλουμε φορεματάκι σαν της φίλης μας, κλπ).

Μίλα_για_τον_Εαυτό_σου

Ακόμα κι αν η ευρωζώνη μπορεί να αλλάξει, εμείς δεν είμαστε σε θέση να την αντέξουμε, δεδομένου του χρέους μας. Επιπλέον, η έξοδος προσφέρει μείωση χρέους (ακόμα και στην εκδοχή «προσωρινής» εξόδου του Σόιμπλε!!!). Αυτή είναι, λοιπόν, η πιο θεμιτή λύση. Εξασφαλίζει την σταδιακή μετάβαση, που το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν είναι σε θέση να προετοιμάσει και εγκλωβίζει τη χώρα σε μονόδρομους. Εξασφαλίζει την παραμονή στην ΕΕ και το γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας, που έχει προσφέρει χρόνια σχετικής ασφάλειας από τις Τουρκικές διεκδικήσεις.

Η παραμονή στην ΕΕ δεν είναι μόνο ή κυρίως θετική, αλλά δεν είμαστε σε θέση να επιλέξουμε διαφορετική πορεία. Καμία κυβέρνηση ή κομματικός σχηματισμός δεν έχει καν πρόταση για βιομηχανικές πολιτικές, που να μπορούν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό του νεοφιλελευθερισμού και στις κούρσες προς τον πυθμένα (race to the bottom) που υιοθετεί. Κούρσες προς τον πυθμένα στην εταιρική φορολογία, στο κοινωνικό κράτος, στους κατώτατους μισθούς και κούρσα προς την οροφή στην ανισότητα.

Τέτοιες βιομηχανικές πολιτικές ακόμα επιζητούνται, από τους προοδευτικούς των κοινωνιών. Για την ώρα, στην Ελλάδα, παραδίδουμε τις αλυσίδες παροχής για τα αγροτικά μας προϊόντα, σε 4 ιδιωτικές εταιρίες, πιθανότατα, μαζί με εγγυημένη την απώλεια της ποιότητας αυτών των αγροτικών προϊόντων. Μη με παρεξηγήσετε: πρόκειται για κάτι, μάλλον, καλό για το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, αλλά παραδίδει τους αγρότες στο διεθνή ανταγωνισμό με μεγαλοαγρότες, όπου μετράει η ποσότητα κι όχι η ποιότητα, επειδή δεν έχουν τη δυνατότητα να φτάσουν τα προϊόντα τους στο ράφι και το κράτος αδυνατεί να σχεδιάσει κάποια στήριξη σε αυτό.

Οι Κασσάνδρες εναντίον της εξόδου από το ευρώ είναι υποστηρικτές συγκεκριμένων συμφερόντων. Προτείνουν μια πορεία που δεν είναι διατεθειμένος –ακόμα τουλάχιστον– να πάρει ο πληθυσμός, στην πλειοψηφία του. Δηλαδή, απαιτούν τη στροφή στην οικονομία της γνώσης, την έρευνα, την επιχειρηματικότητα και τις εξαγωγές. Όσοι δεν πάρουν αυτή την πορεία, μένουν φτωχοί και με μειούμενες κοινωνικές παροχές, όσο ο αριθμός τους αυξάνει. Πρόκειται για μια στάση αδιάφορη για την κοινωνία, που δεν της δίνει χρόνο ή στήριξη για να προσαρμοστεί, ή να αποφασίσει σχετικά και την εκβιάζει.

Η μόνη λύση που είναι καλύτερη από αυτή της «προσωρινής» εξόδου (καλύτερη, για την ευρωζώνη) είναι να επιτραπούν παράλληλα νομίσματα: παράλληλη έκδοση δραχμής και συμμετοχή στο ευρώ. Αλλά, ενδεχομένως αυτή η λύση δε θα μας δοθεί με «κούρεμα» του χρέους, οπότε, ενώ είναι καλύτερη, πιστεύω, για το ευρώ (βλ. εδώ την αναφορά της από τον Harold James, καθηγητή ιστορίας των οικονομικών), έχει μεγαλύτερο ή και ανυπέρβλητο κόστος για μας (αναφέρομαι σε χρονικό κόστος, σε συνθήκες ύφεσης, λόγω του βάρους του μη-βιώσιμου χρέους). Αρχίζουν, βέβαια, να ακούγονται κάποιες φωνές, που λένε ότι οι επικλήσεις μη-νομιμότητας διαγραφής χρέους εντός του ευρώ είναι αβάσιμες. Αλλά το παράλληλο, ασθενέστερο νόμισμα ή η πλήρης έξοδος από το ευρώ, είναι σημαντικότερες από τη μείωση του χρέους, γιατί περιλαμβάνουν έναν σημαντικό βαθμό ανεξαρτησίας, που τώρα η χώρα δεν έχει και είναι διαρκώς εγκλωβισμένη σε εκβιασμούς. Δε θα έδινα, λοιπόν, προτεραιότητα σε αυτή την πιθανότητα.


Στο πολιτικό επίπεδο, πιστεύω ότι πρέπει να «ανατρέψουμε» το κοινοβουλευτικό-κομματοκρατικό σύστημα, με απονομιμοποίησή του στις επόμενες εκλογές και να διεκδικήσουμε έλεγχο στην κοινοβουλευτική διαδικασία και την παρέμβαση μέσω της δυνατότητας ανάκλησης αλλά και εισήγησης προτάσεων νόμου με δημοψηφίσματα. Η διεκδίκηση πρέπει να είναι στην κατεύθυνση του συστήματος της Ελβετίας και υπάρχει εδώ και δεν πρέπει να ανακατευθεί με άλλα ζητήματα, επιμέρους πολιτικών αποφάσεων ή και άλλων θεμάτων αλλαγής του πολιτεύματος (πχ, κάποιοι μιλούν για προεδρική δημοκρατία). Έχω αναλύσει πως θα μπορούσε να αμφισβητηθεί το κύρος της σύνθεσης της βουλής και του εκλογικού νόμου παλαιότερα, με αφορμή τους αγανακτισμένους (βλ. εδώ). Δυστυχώς, αμφιβάλω ότι έχουμε αρκετούς πραγματικούς δημοκράτες στην κοινωνία μας, για να κινηθούμε με επάρκεια σε αυτή την κατεύθυνση.

Σύντομος σύνδεσμος: http://wp.me/p1AUd3-3x